T: +30 2310 546 683, +30 2310 593 270,  T/F: +30 2310 593 271

ΕΚΘΕΣΕΙΣ

GENIUS SECULI_Despina Meimaroglou & Deimantas Narkevicius

GENIUS SECULI poster Ημερομηνίες διεξαγωγής: 06/03/2008 ... 30/04/2008
«Genius Seculi»
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΕΪΜΑΡΟΓΛΟΥ & DEIMANTAS NARKEVICIUS
Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης
Αποθήκη Β1, Λιμάνι
6 Μαρτίου - 30 Απριλίου 2008

Αναδυόμενες μνήμες από ιστορίες δύσκολες. Κορυφαία γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας φιλτραρισμένα από προσωπικά βιώματα. Ιστορίες που είτε θέλουμε να απωθήσουμε είτε επιμένουμε να συντηρούμε ζωντανές. Μ’ αυτές καταπιάνεται το «Genius Seculi», που θα παρουσιαστούν στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, φωτογραφίες και βίντεο-εγκαταστάσεις των Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους και Δέσποινας Μεϊμάρογλου, που θα εγκαινιαστεί στις 6 Μαρτίου, στις 20:00, στο Κ.Σ.Τ.Θ., στην Αποθήκη Β1, στο Λιμάνι και θα διαρκέσει μέχρι και τις 30 Απριλίου 2008.
Πως συμβιώνει κανείς με τα «φαντάσματα του παρελθόντος» στη μετα-σοβιετική σύγχρονη Λιθουανία; Γιατί άραγε φοβόμαστε και εκδιώκουμε τα γλυπτά μνημεία της κομμουνιστικής εποχής; Είναι ορισμένα από τα ερωτήματα που θέτει ο Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους μέσα από τη δουλειά του. Η σύγχρονη ιστορία της Καμπότζης και της Βόρειας Ιρλανδίας. Η εξόντωση εκατομμυρίων πολιτών από το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ και η «Ματωμένη Κυριακή» αναδύονται από τα έργα της Δέσποινας Μεϊμάρογλου, με αποτέλεσμα τη σύνθεση ενός προσωπικού εικαστικού αφηγήματος μέσα από τα βιώματα και τις μαρτυρίες των άλλων. Ή αλλιώς στο … «Πνεύμα της εποχής», όπως είναι και η ερμηνεία του τίτλου της έκθεσης.

Οι καλλιτέχνες - Τα έργα

Ο Deimantas Narkevičius σπούδαζε γλυπτική στο Βίλνιους στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν η Βελούδινη Επανάσταση έθεσε τέλος στην επιβολή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού στο επίπεδο της καλλιτεχνικής πρακτικής, ενώ ταυτόχρονα τερμάτιζε και μία περίοδο της νεότερης ιστορίας της Λιθουανίας η οποία σήμερα αποκαλείται επίσημα ‘σοβιετική κατοχή’. Μέσα σε λίγες μέρες, όλα σχεδόν τα απεχθή μνημεία της Σοβιετικής περιόδου απομακρύνθηκαν από την πόλη. Τεράστιοι όγκοι δημόσιων γλυπτών αποκαθηλώθηκαν, κατατεμαχίστηκαν και εκδιώχθηκαν από τις πλατείες. Ο νεαρός γλύπτης άρχισε να κινηματογραφεί τη διαδικασία. Στο έργο του Once in the XX Century χρησιμοποιεί μία απλή τεχνική μοντάζ εικόνων από τηλεοπτικά ντοκουμέντα και ιδιωτικές λήψεις για να σχολιάσει την πρόσφατη περίοδο της πολιτικής εικονοκλασίας. Μοντάροντας αντίστροφα τη φυσική σειρά των εικόνων, σκηνοθετεί την ‘επαν-έγερση’ του υπερμεγέθους μπρούτζινου αγάλματος του Λένιν στην κεντρική πλατεία του Βίλνιους μέσα σε κλίμα έξαλλου ενθουσιασμού και χειροκροτημάτων, αντιστρέφοντας την ιστορική πραγματικότητα της αποκαθήλωσής του το Σεπτέμβριο του 1991. Όπως σημειώνει ο καλλιτέχνης: ‘Όλοι έδειχναν να πιστεύουν ότι η απομάκρυνση αυτών των αντικειμένων θα οδηγούσε την κοινωνία σε άμεσες αλλαγές’. Στην πραγματικότητα βέβαια, απλώς απαλλάσσονταν με βίαιο τρόπο από τις υλικές μαρτυρίες, τα ίχνη του σοβιετικού τους παρελθόντος, χωρίς η απομάκρυνση των ορατών συμβόλων να εξασφαλίσει την επιθυμητή λήθη και την ουτοπία του φιλελευθερισμού που τότε φάνταζε μονόδρομος.
Στο έργο του Dissapearance of a Tribe (2005)ανασυνθέτει την ιστορία του πατέρα του και μιας ολόκληρης εποχής με υλικό τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες από το οικογενειακό του άλμπουμ. Η ιστορία αρχίζει στις αρχές της δεκαετίας του ’50 με στιγμιότυπα από εκδρομές, φιλικές συγκεντρώσεις, τη στρατιωτική θητεία, τα νεανικά πάρτυ, και ολοκληρώνεται με το κατανυκτικό πανόραμα φίλων και συγγενών συγκεντρωμένων γύρω από το φέρετρο του πατέρα του. Το βίντεο επενδύεται με ήχους που προέρχονται από τα ίδια εκείνα σημεία στα οποία τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες τριάντα – σαράντα χρόνια πριν. Οι τόποι έχουν αλλάξει δραματικά, σε σημείο να καθίσταται πλέον δύσκολη η αναγνώρισή τους. Στην ‘Εξαφάνιση μιας Φυλής’ ο Ντεϊμάντας επισκέπτεται εκ νέου την πρόσφατη ιστορία της Λιθουανίας, προσφέροντάς μας απόψεις ενός σοσιαλιστικού κοινωνικού μοντέλου συλλογικότητας που ανήκει στο σοβιετικό παρελθόν και έχει εκλείψει πλέον στη χώρα του. Ανασυνθέτει τα ίχνη του παρελθόντος στην καθημερινότητα μέσα από τα προσωπικά βιώματα με έμφαση στις μικρές κοινότητες φίλων και συγγενών. Περισσότερο από μνημόσυνο, το συγκεκριμένο έργο γίνεται αντιληπτό ως μια ψύχραιμη και ελάχιστα νοσταλγική διάθεση ενδοσκόπησης και αναζήτησης των συστατικών στοιχείων της ταυτότητας από θραύσματα που έχουν σκόπιμα αποσιωπηθεί και ξεχαστεί.
Στο Energy Lithuania ο Ναρκάβιτσους επισκέπτεται ένα από τα τελευταία εναπομείναντα λείψανα αυτού που κάποτε αποκλήθηκε ‘Σοβιετικός Παράδεισος’. Μία ολόκληρη πόλη χτισμένη στα μέσα της δεκαετίας του ’50 γύρω από ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ζωντανεύει μέσα από τις εικόνες και τις μαρτυρίες των ανθρώπων που εργάστηκαν εκεί για δεκαετίες. Πολλοί από αυτούς, επιστρέφοντας το 1956-7 από τις φυλακές της Σιβηρίας, ένιωσαν πραγματικά ότι η ζωή τους απέκτησε καινούργιο νόημα: ‘Κανείς ποτέ δεν έχει νιώσει τέτοια χαρά όσο εκείνοι οι άνθρωποι που έβαλαν σ’ εφαρμογή τις γραμμές παραγωγής του ηλεκτρικού ρεύματος’ ακούμε έναν από τους ανώνυμους πρωταγωνιστές του κολεκτιβιστικού οράματος να αφηγείται. Ο Ντεϊμάντας μεγάλωσε ακούγοντας ιστορίες γι’ αυτό τον ηλεκτρικό παράδεισο. Στα τριάντα του πια, επισκέπτεται αυτή την πόλη που έχει μείνει σχεδόν απαράλλακτη, καταγράφει με super 8 κάμερα την καθημερινότητα, μιλάει με τους κατοίκους, εξερευνά με το φακό του τις λεπτομέρειες της μνημειακής τοιχογραφίας στην καντίνα του εργοστασίου, ένα κράμα φουτουριστικής και ρεαλιστικής απεικόνισης του δυναμισμού των εργατών που έχτιζαν τη σοβιετική ουτοπία. Το έργο αυτό μιλάει για ένα κομμάτι του παρελθόντος που είναι παραδόξως ακόμη παρόν, σε πείσμα των κοσμογονικών αλλαγών που έχουν επέλθει. Με το Energy Lithuania συμμετείχε στην 49η Μπιενάλε της Βενετίας το 2001 (επίσημη κρατική εκπροσώπηση).
Σε μία από τις ειδεχθέστερες μορφές ‘κομουνιστικής ουτοπίας’ αναφέρεται το έργο της Δέσποινας Μεϊμάρογλου ‘DISCOVERING THE OTHER – TUOL SLENG. After all Who rewrites History better than You?’ Πρόκειται για το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ στην Καμπότζη το οποίο υπό την ηγεσία του διαβόητου Πολ Ποτ κατέλαβε την Πνομ Πεν στις 17 Απριλίου 1975 και ακολουθώντας το όραμα της αγροτικής ουτοπίας απαγόρευσε τη βουδιστική λατρεία, υποχρέωσε χιλιάδες νέους να εγκαταλείψουν τις οικογένειές του και να ενταχθούν στις παραγωγικές κολεκτίβες, συνέλαβε και δολοφόνησε όλους τους αξιωματούχους της προηγούμενης κυβέρνησης, τους διανοούμενους ή απλά εγγραμμάτους (σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονταν και όσοι φορούσαν γυαλιά, διότι αυτό αποτελούσε δείγμα εγγραμματοσύνης), τους ομοφυλόφιλους, τους Μουσουλμάνους και Βουδιστές μοναχούς, τους Βιετναμέζους, τους Κινέζους, τους Χριστιανούς και όσους κρίθηκαν ανίκανοι για αγροτική εργασία . Μέσα σε τέσσερα χρόνια περίπου 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Το 1979 το τυραννικό καθεστώς ανατράπηκε μετά από εισβολή της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ. Ο Πολ Ποτ πέθανε στις 15 Απριλίου του 1998 χωρίς ποτέ να λογοδοτήσει για τα εγκλήματά του, αφού μόνο πρόσφατα άρχισαν οι δίκες για το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ.
Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου δημιούργησε μία εγκατάσταση στα όρια της πιστής αναπαράστασης μιας φυλακής – χώρου βασανιστηρίων στην Πνομ Πεν που ήταν παλιότερα σχολείο, ενώ σήμερα λειτουργεί ως Μουσείο της Γενοκτονίας. Στο εσωτερικό αυτού του μαύρου δωματίου αναρτήθηκαν οι φωτογραφίες που τράβηξε η ίδια από το εσωτερικό του μουσείου, στις οποίες απεικονίζονται ορισμένα από τα θύματα του καθεστώτος. Η διάκριση θύματος – θύτη σχετικοποιείται, όταν στο πρόσωπο του νεαρού Καμποτζιανού στρατιώτη καθρεφτίζονται τα πορτρέτα των θυμάτων του. Αντίστοιχα και η σχέση παρατηρητή – παρατηρούμενου. Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου, συνεπής στην καλλιτεχνική της πρακτική, επιχειρεί να διεισδύσει στην Ιστορία και να ανασυγκροτήσει με τα εικαστικά της μέσα την προσωπική της αφήγηση. Το φωτογραφικό ντοκουμέντο μετασχηματίζεται σε βιωματική αναπαράσταση, καθώς η καλλιτέχνης ‘ενδύεται’ τη μορφή του θύματος, υιοθετώντας τη στάση του σώματος, την ηλικία και τη συμπεριφορά του, δραματοποιώντας μ’ αυτό τον τρόπο την προσωπική επανερμηνεία της Ιστορίας.
Η ανάγνωση της ιστορίας μέσα από το προσωπικό βλέμμα αποτελεί συστατικό στοιχείο και στο δεύτερο έργο ‘ANNETTE McGAVIGAN. A personal story becomes History’ της Δέσποινας Μεϊμάρογλου. Η περίπτωση της νεαρής Annette που έχασε τη ζωή της από τα πυρά Βρετανών στρατιωτών στο Derry κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων αποτελεί τον πυρήνα της εικαστικής εκδραμάτισης του τραύματος της Βορείου Ιρλανδίας. Η Μεϊμάρογλου εργάστηκε συστηματικά με τις μεθόδους ενός σύγχρονου ιστορικού που αναζητά τις μικρές κρυμμένες ιστορίες πίσω από τα μεγάλα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους. Μετά από μία πολυετή έρευνα σε ιστορικές πηγές, αστυνομικά και τηλεοπτικά αρχεία, συλλογή ντοκουμέντων και μαρτυριών από το οικογενειακό και φιλικό της περιβάλλον, επιχειρεί μία ανάγνωση της ταραγμένης εκείνης περιόδου με άξονα τη συγκεκριμένη περίπτωση της Annette, η άδικη απώλεια της οποίας έχει λάβει συμβολικές διαστάσεις στην τοπική κοινωνία και έχει κυριολεκτικά στοιχειώσει τη συλλογική μνήμη. Η τέχνη ως μέσο συμφιλίωσης με το οδυνηρό παρελθόν λειτουργεί ούτως ή άλλως στα μνημειακά murals στις προσόψεις των σπιτιών του Derry. Η Μεϊμάρογλου ανανοηματοδοτεί σε ένα δευτερογενή λόγο τα θραύσματα της μνήμης -οπτικά και ηχητικά ντοκουμέντα- περιορίζοντας την ορατή επεξεργασία του πρωτογενούς υλικού. Ο τρόπος που συμπλέκει το ατομικό με το συλλογικό και φωτίζει αθέατες πλευρές της Ιστορίας ανατρέποντας τους παγιωμένους ρόλους παρατηρητή – παρατηρούμενου και συγκροτώντας ένα ιδιαίτερο σημείο θέασης, ορίζει την εκλεκτική της συγγένεια με τη δουλειά του Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους. Διαφορετικά τα γεωγραφικά και πολιτικά πεδία δράσης, διαφορετικός ο βαθμός της προσωπικής εμπλοκής στην εκφορά του ιστορικού βιώματος, αλλά κοινή η διάθεση ψηλάφησης και ανασυγκρότησης του πνεύματος της εποχής, μέσα από μια δραματικά επίκαιρη, ουμανιστική ματιά.
Βιογραφικά
Ο Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους γεννήθηκε το 1964 στη Λιθουανία. Ζει κι εργάζεται στο Vilnius της Λιθουανίας. Αποφοίτησε από την Ακαδημία Τεχνών του Vilnius(Τμήμα Γλυπτικής) και για ένα χρόνο (1992-93) έζησε στο Λονδίνο. Επιστρέφοντας στη Λιθουανία, ασχολήθηκε με ανθρώπους και μαρτυρίες του τόπου του και κατέγραψε μια σειρά από συνεντεύξεις και συζητήσεις καλλιτεχνών, σε μια προσπάθεια διερεύνησης διαφορετικών αφηγηματικών δομών στο βίντεο και το φιλμ, κάτι για το οποίο είναι πολύ γνωστός ο Ναρκάβιτσους.
Επιφανειακά τα φιλμ του φαίνονται να αντικατοπτρίζουν την κομμουνιστική εμπειρία στη Λιθουανία, αλλά στην πραγματικότητα εμβαθύνει πολύ περισσότερο και διερευνά ουσιαστικά την πρόσληψη της ιστορίας. Δουλεύει κυρίως με φιλμ και βίντεο και τον χαρακτηρίζει μία υποκειμενική και σύγχρονη ματιά στην ιστορία. Όντας γλύπτης, αντιμετωπίζει το βίντεο ως μία παραγωγή «ψηφιακών γλυπτών».
Κέρδισε πολύ μεγάλη αναγνώριση στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή όταν εκπροσώπησε τη χώρα του στην 49η Μπιενάλε της Βενετίας το 2001 και στην 50ή Μπιενάλε Βενετίας στο 2003 στο “Utopia Station” που επιμελήθηκαν οι Molly Nesbit και Hans Ulrich Obrist. Συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εκθέσεις διεθνώς (Λονδίνο, Ζυρίχη, Βρυξέλλες, Μάντσεστερ, Δουβλίνο, Βιέννη, Ρόττερνταμ, Ελσίνκι, Στοκχόλμη, Μελβούρνη κ.α.) και έχει πραγματοποιήσει ατομικές εκθέσεις σε Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία, Λιθουανία. Από το 1992 παρουσιάζει δουλειά του διεθνώς σε πολύ σημαντικές διοργανώσεις, όπως το 1998 τη Μανιφέστα ΙΙ στο Λουξεμβούργο, την Baltic Triennial το 2005, την IBCA Biennale Prague το 2005 και το 2007 στο Skulptur Projekte Münster της Γερμανίας.

Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1944 και σπούδασε στο Μaidstone College of Art, Kent, Αγγλία (1961-1965). Ζει κι εργάζεται στην Αθήνα. Η δουλειά της αποτελείται από βίντεο, φωτογραφία, ζωγραφική, εγκαταστάσεις και καλλιτεχνικά βιβλία. Έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σε πολυάριθμες ομαδικές εκθέσεις κύρους σε όλο τον κόσμο, σε χώρες όπως η Γαλλία, Καναδάς, Τσεχία, Αλεξάνδρεια Αιγύπτου και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής σε Βοστώνη, Ουάσιγκτον, Νέα Υόρκη και Σικάγο, καθώς και σε πολλές διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 η Δ. Μεϊμάρογλου συμμετείχε σε διάφορα καλλιτεχνικά workshop και καλλιτεχνικά residencies, έχει προσκληθεί από πανεπιστήμια στις ΗΠΑ, στο Λονδίνο και στο Quito του Equador. Από το 1981 έως το 2006 έχει παρουσιάζει δουλειά της σε 24 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στις πιο πρόσφατες περιλαμβάνονται οι παρακάτω: «Τα ʼνθη του Κακού» (Pyramid Atlantic Center, Ουάσιγκτον, Ιανουάριος 2006), «Against the Wall: Women on Death Row” (CUNY, John Jay College of Criminal Justice, N.Y., Μάρτιος 2006), «The Clear Valley Incident» (Columbia College Chicago, Μάης 2003), «Thy Neighbour» (Δέσποινα Μεϊμάρογλου από τη Συλλογή Πορταλάκη, Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ρεθύμνου, Κρήτη 2002) και πολλές άλλες εκθέσεις στην Γκαλερί ΑΔ της Αθήνας (1991,1994,1997,2000).
Στις πιο πρόσφατες συμμετοχές της σε ομαδικές διεθνείς εκθέσεις συμπεριλαμβάνονται και τα: «Τα Λουλούδια στη Σύγχρονη Τέχνη» (Μουσείο Μπενάκη, Καλοκαίρι 2006), «The Athens Effect:Photographic Images from Nine Contemporary Greek Artists» (Mudima Foundation, Mιλάνο, Ιταλία, Σεπτ. 2006 και Museum of Photography, Παρίσι, Γαλλία, Ιούνιος 2007), «Μεταμφιέσεις: Θηλυκότητα, Ανδροπρέπεια και άλλες βεβαιότητες» (Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσ/νίκη Δεκ.2006), “Legendary” (Pyramid Atlantic Gallery, Art DC, Απρίλιος 2007). Η τελευταία φωτογραφική της εγκατάσταση “Miami Vibes: Dec.2005”παρουσιάστηκε στην 19η Διεθνή Φωτοσυγκυρία στο Μουσείο φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Το 2006 η Δ. Μεϊμάρογλου συμμετείχε με φωτογραφίες της στο διεθνές “Shots Directory” μαζί με άλλους 77 καλλιτέχνες επιλεγμένους στο πλαίσιο του συγκεκριμένου διεθνούς διαγωνισμού.

Παραγωγή: Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης
Επιμέλεια: Συραγώ Τσιάρα, Διευθύντρια Κ.Σ.Τ.Θ.

root

Δέσποινα Μεϊμάρογλου- Deimandas Narkevicius