CACT E-STUDIO
Η Λουκία Αλαβάνου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979.
Πως συντάσσεται ένα γλωσσικό ολίσθημα;
Εκφράζεται κυρίως μέσα από τις βιντεο-εγκαταστάσεις και το animation. Αξιοποιώντας την πρακτική της οικειοποίησης, αντλεί συνήθως το πρωτογενές υλικό της από ταινίες του κλασικού χολιγουντιανού κινηματογράφου, τηλεοπτικές σειρές, cartoons και παραμύθια. Ωθούμενη από μία εσωτερική δύναμη κριτικής και αποδόμησης συνδυάζει με μοναδικό τρόπο τη σκληρότητα με την τρυφερότητα, με αποτέλεσμα την οπτική συνεκδοχή φαινομενικά αντιφατικών συστατικών. Υποβάλλοντας το υλικό της σε παραμορφωτικές διεργασίες αποκόπτει μέλη σωμάτων, εξαφανίζει πρόσωπα, επιτρέπει την εισβολή και κατάληψη της οθόνης από ετερόκλητα, τρομακτικά και βίαια στοιχεία, με αποτέλεσμα την ευρηματική σύνθεση ελκυστικών, όσο και τερατόμορφων οπτικο-ακουστικών θεαμάτων. Η αποσπασματικότητα, η ειρωνική αντιπαράθεση, η διαγραφή και η αντικατάσταση συμπεριλαμβάνονται στις τεχνικές με τις οποίες επεξεργάζεται το υλικό της και επιτυγχάνει να ανατρέψει ή να θέσει σε αμφισβήτηση την αυτονόητη ευχαρίστηση που συνδέεται με τα θεάματα λαϊκής κατανάλωσης.
Στην ουσία, η δουλειά της είναι μία διαρκής έρευνα γύρω από τη λειτουργία των μηχανισμών της οπτικής απόλαυσης, μια συνεχής διερώτηση για τους τρόπους με τους οποίους οι αναπαραστάσεις της μαζικής κουλτούρας επιχειρούν να ελέγξουν τη διαμόρφωση της έμφυλης υποκειμενικότητας και της σεξουαλικότητας, αλλά και για την ολοκληρωτική επαναφορά των απωθημένων ενορμήσεων, φόβων και επιθυμιών στο προσκήνιο που διαταράσσουν την κανονικότητα και την αποτελεσματικότητα των προσαρμοστικών διεργασιών. Η αυτόματη γραφή των έργων της παραπέμπει κατευθείαν στο συντακτικό των ονείρων, της επιθυμίας, του γλωσσικού ολισθήματος και της παλινδρόμησης, ενώ συγχρόνως υπαινίσσεται τη «χειρωνακτική» επεξεργασία την εικόνας, την υφή της κατασκευαστικής διαδικασίας.
Στο Episodio 9791 (2010), η αντιπαράθεση ανάμεσα στη γλυκερή, νοσταλγική εικόνα ενός υπεροτονισμένου προτύπου θηλυκότητας, όπως το διαμορφώνουν και το συντηρούν οι τηλεοπτικές σαπουνόπερες, και στις ανεξέλεγκτες, απωθητικές και «πρωτόγονες» σκηνές μασκοφόρων μορφών την ώρα που επιδίδονται σε αιματηρές ή θρηνητικές τελετές, εικονογραφεί τη βαθύτερη ουσία της θηλυκότητας με τους όρους της μεταμφίεσης, της πολιτισμικά διαμορφωμένης εικόνας.
Στην Κηδεία ενός παπά σε άγνωστο χωριό (2006) η φωτογραφία του Λεωνίδα Παπάζογλου εμψυχώνεται αριστοτεχνικά με τη μαγική δύναμη του animation, καθώς σταδιακά ανθρώπινα μέλη, λειτουργικά σκεύη, το φέρετρο με τον νεκρό και άλλες λεπτομέρειες της εικόνας αυτονομούνται από το σύνολο της παράστασης και αυτό-οργανώνονται σε μια «βέβηλη» χορογραφία – αλληγορία του χρόνου.
Είτε ανήκουν στη σφαίρα του δημόσιου, είτε αποτυπώνουν εντελώς προσωπικές εκμυστηρεύσεις, τα εικονικά και ηχητικά κολάζ της Λουκίας Αλαβάνου χτίζουν με συνέπεια μια τολμηρή και διεισδυτική ματιά που εξελίσσεται συνεχώς κατακτώντας σταδιακά τη μορφολογική και εννοιολογική ωριμότητα, χωρίς η γραφή της να υποκύπτει στον κίνδυνο της τυποποίησης.